γαστρορραφία

γαστρορραφία
γαστρορραφίᾱ , γαστρορραφία
sewing up of a belly-wound
fem nom/voc/acc dual
γαστρορραφίᾱ , γαστρορραφία
sewing up of a belly-wound
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • γαστρορραφίᾳ — γαστρορραφίᾱͅ , γαστρορραφία sewing up of a belly wound fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαστρορραφία — η (Α γαστρορραφία) συρραφή τραύματος τών τοιχωμάτων τού στομάχου …   Dictionary of Greek

  • γαστρορραφίας — γαστρορραφίᾱς , γαστρορραφία sewing up of a belly wound fem acc pl γαστρορραφίᾱς , γαστρορραφία sewing up of a belly wound fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαστρορραφίαι — γαστρορραφίᾱͅ , γαστρορραφία sewing up of a belly wound fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαστρορραφίαν — γαστρορραφίᾱν , γαστρορραφία sewing up of a belly wound fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαστρορραφίαις — γαστρορραφία sewing up of a belly wound fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαστήρ — η (AM γαστήρ) 1. η κοιλιά, το μέρος τού σώματος που περιέχει τα σπλάχνα, ανάμεσα στον θώρακα και στους μηρούς 2. το στομάχι 3. φρ. α) «βόσκειν ἥν γαστέρα» να γεμίσει την κοιλιά του Όμ. β) «γαστέρες οἶον» μόνο κοιλιές, μόνο για φαΐ (Ησίοδ.) μσν.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”